Διατροφικά ευρήματα των κορυφαίων αθλητών μεγάλων αποστάσεων της Αιθιοπίας – Ένα παγκόσμιο φαινόμενο

Από τότε που ο Abebe Bekele έγινε ο πρώτος Αφρικανός χρυσός Ολυμπιονίκης με την κατάκτηση του μαραθωνίου στους Ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης το 1960, οι επιστήμονες προσπαθούν να εξηγήσουν τους λόγους της συστηματικής επιτυχίας σε παγκόσμιο επίπεδο, των αθλητών μεγάλων αποστάσεων που κατάγονται από κράτη της ανατολικής Αφρικής.  Συγκεκριμένα, οι δρομείς από την Αιθιοπία και την Κένυα κατέχουν πάνω από το 90 % των παγκόσμιων ρεκόρ στις μεσαίες και μεγάλες αποστάσεις, καθώς επίσης βρίσκονται στις 10 υψηλότερες (Top – 10) θέσεις στην τρέχουσα παγκόσμια σχετική κατάσταση.

Κομμάτι των πιθανών εξηγήσεων στο παγκόσμιο αυτό φαινόμενο κατέχουν οπωσδήποτε οι διατροφικές συνήθειες αυτών των αθλητών.  Αυτό αποδεικνύεται και από την πρόσφατη έρευνα (Beis et al., Food and macronutrient intake of elite Ethiopian distance runners, Journal of the International Society of Sports Nutrition 8: 7 2011) όπου μελετηθήκαν οι διατροφικές συνήθειες των κορυφαίων δρομέων αντοχής της Αιθιοπίας, δεδομένα που για πρώτη φορά είναι διαθέσιμα στο επιστημονικό αλλά και στο ευρύτερο κοινό. Πιο συγκεκριμένα, ο κύριος στόχος της παρούσας έρευνας ήταν να αξιολογήσει την κατανάλωση των μακροθρεπτικών συστατικών (υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, λιπίδια) των τροφίμων και των υγρών κατά τη διάρκεια μιας σημαντικής προπονητικής περιόδου (1 μήνα πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες του Πεκίνου), καθώς και να συγκρίνει τις τιμές αυτές με τις τρέχουσες διατροφικές οδηγίες για αθλητές μεγάλων αποστάσεων.  Η συγκεκριμένη έρευνα αποσκοπούσε επίσης στο να προβάλει μια εικόνα του τρόπου ζωής και της προπονητικής τακτικής των πιο επιτυχημένων δρομέων αντοχής στον κόσμο, σε μια περίοδο υψηλής προπονητικής έντασης σε μεγάλο υψόμετρο (περίπου 2500 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας).

Για τους σκοπούς της επιστημονικής αυτής μελέτης, ένας ερευνητής φιλοξενήθηκε για 1 εβδομάδα στο κύριο προπονητικό κέντρο προετοιμασίας των αθλητών για τους Ολυμπιακούς αγώνες.  Κύριο μέλημα του ερευνητή ήταν να βοηθήσει τους αθλητές να καταγράψουν με ακρίβεια το είδος και την ποσότητα των τροφίμων που κατανάλωναν. Επίσης, απαραίτητη ήταν η ακριβής καταγραφή της παρασκευής των τροφίμων.

Τα αποτελέσματα αυτής της περιγραφικής έρευνας φαίνεται να είναι εντυπωσιακά.  Κατά την μετρήσιμη αυτή περίοδο η ημερήσια διατροφική πρόσληψη ήταν περίπου 3195 kcal. Η πρόσληψη σε υδατάνθρακες, πρωτεΐνες και λίπη κυμάνθηκε σε 64.3, 12.4 και 23.3 %, αντίστοιχα. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί πως το σωματικό βάρος των αθλητών παρέμεινε σταθερό (περίπου 56.7 Kg) κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, γεγονός που αποδεικνύει πως η ενεργειακή πρόσληψη ήταν σε ισορροπία με την ενεργειακή δαπάνη της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου (7 ημέρες). Το εντυπωσιακότερο όμως αποτέλεσμα ήταν η πολύ χαμηλή ημερήσια πρόσληψη υγρών που κυμάνθηκε περίπου στο 1.8 L ανά ημέρα.  Αξιοσημείωτο επίσης είναι πως οι αθλητές δεν κατανάλωναν καθόλου υγρά τόσο πριν, όσο και κατά την διάρκεια της προπόνησης, ενώ πολύ μικρές ποσότητες υγρών καταναλωνόντουσαν μετά το τέλος της έντονης προπονητικής διαδικασίας.  Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειωθεί πως οι οδηγίες των σημαντικότερων φορέων που σχετίζονται με την διατροφή και την άσκηση (American Dietetic Association, Dietitians of Canada, and the American College of Sports Medicine) συμβουλεύουν τους αθλητές να καταναλώνουν υγρά σε επαρκείς ποσότητες πριν, κατά την διάρκεια, αλλά και μετά το τέλος της προπόνησης με σκοπό την πλήρη αναπλήρωση των υγρών στο σώμα.

Ίσως αυτή η εκ διαμέτρου αντίθετη τακτική των αθλητών της Αιθιοπίας σχετικά με την πρόσληψη υγρών σε σχέση με τις παγκόσμιες τρέχουσες οδηγίες αλλά και γενικότερα με τις συνήθεις τακτικές των αθλητών άλλων κρατών να αποτελεί ένα κομμάτι στο  πάζλ της εξήγησης αυτού του παγκοσμίου φαινομένου.  Είναι βέβαιο πως μία νέα επιστημονική μελέτη επικεντρωμένη στην μέτρηση του βαθμού κατά τον οποίο αυτές οι διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις παγκόσμιες οδηγίες, επηρεάζουν την απόδοση – επίδοση των αθλητών.